Φυγή
Και το χώμα ξεράθηκε ύστερα από βραδιά που επέπλεε σε ωκεανούς από δάκρυα.
Μαζεψε ότι ψίχουλα είχαν απομείνει και τα κράτησε τόσο σφιχτά στην χούφτα της για να τα προστατέψει από την αχόρταγη αναζήτησή του μυαλού του, τόσο σφιχτά, που πόνεσε η καρδιά της.
Σαν ήρθε μια μερα εκείνος, έκανε πως δεν την νοιάζει.
Την δεύτερη,το πίστεψε στα αληθεια.
Προσπαθησε να φύγει μακριά για να σωθεί κι όμως το χώμα και ο ωκεανός την καταπίνανε και την κρατούσαν πίσω.
Ο ουρανός πια έμοιαζε να σκοτεινιάζει αντί να ξημερώνει και εκείνη χαμένη πια σε μια αιτία προθυμη για καταστροφή και ταυτοχρόνως με ύφος σαρκασμού του είπε κοιτώντας τον στα μάτια «Εσύ κοιτάς μια σπιθαμή χρώματα και δεν κοιτάς που καίγομαι στον στεναγμο των λέξεων σου, που ζητάω να με αγαπήσεις με μια αγάπη παντοδύναμη και να μην την υποβιβαζεις» και εκείνος είπε «Υπάρχουν σημαντικότερες αυτενέργειες».
Κι έτσι έχασε εκείνη τον εαυτό της κι εκείνος την αγάπη που του χάριζε.