"Ας πέθαινες εξαιτίας μου"
Στεκόσουν εκεί, τόσο πληγωμένος, έτοιμος να καταρρεύσεις.
Με πλησίασες με υπερβολική άνεση για τραυματισμένο μα ήξερα πως χρειαζόσουν κάποιο είδος θεραπείας επειγόντως.
Έβγαλες τα λερωμένα σου ρούχα και στάθηκες μπροστά μου γυμνός, δείχνοντάς μου τις πληγές σου.
"Εδώ, εδώ, εδώ κι εδώ κι άλλη μία εδώ "μου έλεγες καθώς μου τις έδειχνες.
Τόσο βαθιές.
Κοιτούσα με απορία, φοβόμουν να πλησιάσω.
Δε το πιστεύω, άφησε το μαχαίρι μέσα σου. Μέσα στο σώμα σου, καθώς κυλάει το αίμα σου να νιώθει κάτι που άγγιξε εκείνη.
Δεν είχα ξαναδεί κάτι τέτοιο.
Ψεύτικο θα ταν, ψεύτικος κι ο πόνος, ψεύτικες και οι πληγές.
Βλέπεις εγώ μόνο τέτοιου είδους πόνο είχα προκαλέσει, ψεύτικο.
Ψεύτικες συγνώμες και ψεύτικα συναισθήματα παρέα με τα ψεύτικα βλέμματα του και τις ψεύτικες υποσχέσεις του. Δεν πίστευα πως υπέφερες πραγματικά. Είχα ανάγκη να αγαπηθώ, να με κρατήσει κάποιος τόσο γερά, ένιωθα μόνη. Θεέ μου, ένιωθα τόσο μόνη που ήθελα απλά να με κρατήσεις.
Δε με ένοιαζε καν το αν τα χέρια σου ήταν γεμάτα αίματα.
Δε σκεφτόμουν πως θα άπλωνες όλο αυτό το αίμα πάνω μου, δε με ενδιέφερε. Δεν έδωσα σημασία στο ότι θα τρόμαζα μόλις το έβλεπα στο σώμα μου , στο ότι θα έφευγα τρέχοντας και θα σε άφηνα.
Αλήθεια θα σε άφηνα.
Θα είχες ξοδέψει τις τελευταίες σου δυνάμεις στο να με κρατήσεις, θα μουν το μοναδικό σου στήριγμα και απλά θα σε άφηνα.
Να με κοιτάς να τρέχω καθώς πέφτεις.
Δε σκέφτηκα τίποτα.
Έπιασα το μαχαίρι και με μια γερή κίνηση το έβαλα ακόμη πιο βαθιά.
Ήξερα πως θα πέθαινες.
Ας πέθαινες για εμένα.
Ας πέθαινες εξαιτίας μου.
Πάλι θύμα. Για εμένα μιλάω. Θύμα γιατί ήμουν αρκετά αφελής να πιστέψω πως επειδή είχα αρκετή δύναμη να σε σώσω, είχα και για να σε καταστρέψω.
Γιατί όταν μου έδωσες το χέρι σου και σε κράτησα, αντί να σε σηκώσω, περίμενα. Περίμενα να δω τι θα κάνεις όταν σταθείς στα πόδια σου αλλά φρόντιζα να με έχεις ανάγκη.
Κατά βάθος βλέπεις ήξερα.
Μερικοί άνθρωποι υπάρχουν για να επηρεάζουν τις ζωές τον άλλων, να τις λεηλατούν, να τις εξευτελίζουν. Οι υπόλοιποι υπάρχουν για να γιατρεύουν αυτούς που ερωτεύονται τους πρώτους. Κάτι σαν ενδιάμεσος σταθμός.
Εγώ λοιπόν από το να είμαι η στάση που θα θυμάσαι και θα χαμογελάς, προτίμησα να είμαι το τέρμα που θα απεχθάνεσαι.
Κι αυτό όχι γιατί σε πόνεσα, δεν είχα ποτέ την εξουσία να το κάνω εξάλλου. Αλλά γιατί έσπρωξα το μαχαίρι τόσο μέσα που τρύπησε την καρδιά σου.
Η ψυχή σου, το αίμα σου και το άγγιγμα της θα ζουν αιώνια μαζί.
Η μεγαλύτερη κατάρα που μπορούσα να σου δώσω.